επιτοξίτις

επιτοξίτις
ἐπιτοξῑτις, ἡ (Α)
η εντομή ή το κοίλωμα στο τόξο όπου τοποθετείται το βέλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + τοξίτις «χορδή τόξου»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐπιτοξῖτιν — ἐπιτοξῖτις groove fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτοξίτιδα — ἐπιτοξί̱τιδα , ἐπιτοξῖτις groove fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτοξίτιδι — ἐπιτοξί̱τιδι , ἐπιτοξῖτις groove fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”